Τετάρτη 17 Οκτωβρίου 2012

Για τα παιδιά του Α2:
Έχει αρχαία ετυμολογία το "α-μπε-μπα-μπλομ";


"Ά μπε, μπα μπλόν, του κείθε μπλόν, ά μπε μπα μπλόν του κείθε μπλόν, μπλήν-μπλόν.»

Η όλη στιχομυθία, προήρχετο από παιδικό παιχνίδι που έπαιζαν οι Αθηναίοι Παίδες (και ου μόνον), και ταυτόχρονα εγυμνάζοντο στα μετέπειτα αληθινά πολεμικά παιχνίδια.
Πράγμα απολύτως φυσικό, αφού πάντοτε ο Αθηναίος Πολίτης ετύγχανε και Οπλίτης! (βλέπετε παίζοντας και με τα γράμματα, προκύπτον συνδεόμενες έννοιες.Πολίτης - Οπλίτης)

Τι έλεγαν λοιπόν οι αντιπαρατιθέμενες παιδικές ομάδες, που τόσον παραφράσθηκε από τους μεταγενέστερους??
Ιδού η απόδοση:

«Απεμπολών, του κείθεν εμβολών !!!...» (επαλαμβανόμενα με ρυθμό, εναλλάξ από την δείθεν επιτιθέμενη ομάδα)

Τι σήμαιναν ταύτα? Μα..απλά ελληνικά είναι! « Σε απεμπολώ, σε αποθώ, σε σπρώχνω, πέραν (εκείθεν) εμβολών σε (βλ. έμβολο) με το δόρυ μου, με το ακόντιό μου!!!





Απο το Liddell Scott Jones μεταφέρω εδώ το εξής λήμμα : 
ἀναπάλλω, poet. ἀμπάλλω, Ep. aor. part. ἀμπεπαλών:—swing to and fro, ἀμπεπαλὼν προΐει δολιχόσκιον ἔγχος Il.3.355, etc.; ἀμπάλλειν κῶλα, i. e. dance, Ar.Ra.1358; ἀνέπηλεν ἐπὶ θήρᾳ . . μαινάδας urged them on, E.Ba.1190; κ λ ή ρ ο υ ς ε ἰ ς ἄ γ γ ο ς ἐ μ β α λ ο ῦ σ α ι ἀ ν έ π η λ α ν Ant.Lib.10.3:—Med., αἳ . . αἰθέρα ἀμπάλλεσθε agitate it as you fly, E. Or.322:—Pass., dart, spring or bound up, ὡς δ’ ὅθ’ ὑπὸ φρικὸς . . ἀναπάλλεται ἰχθύς . . ὣς πληγεὶς ἀνέπαλτο Il.23.692, cf. Eun.Hist.p.239D., Agath.3.16, 4.18:— Il. l. c. proves that the sync. aor. ἀνέπαλτο (also found in Il.8.85, 20.424, cf. ἀνὰ δ’ ἔπαλτ’ ὀρθῷ ποδί Pi.O.13.72, and metaph., νεῖκος ἀνέπαλτο B.10.65) must be referred to this Verb (cf. ἔκπαλτο, ἐνέπαλτο, κατέπαλτο); but part. ἀνεπάλμενος is formed from ἀνεφάλλομαι in A.R.2.825; those who, like Heyne, refer it to ἀνεφάλλομαι, write it ἀνεπᾶλτο (cf. ἐπᾶλτο): —aor. Med. ἀνεπήλατο Mosch.2.109: aor. part. Pass. ἀναπαλείς Str.8.6.21.
Κάνω μιά σκέψη: Βλέπετε παραπάνω την φράση : "κλήρους εἰς ἄγγος ἐμβαλοῦσαι ἀνέπηλαν" ; 
για το άγγος έχουμε : ἄγγος, εος, τό, vessel to hold liquids, e.g. wine, Od.16.13, cf. 2.289; milk, Il.16.643; vat for the vintage, Hes. Op.613; pitcher, Hdt. 5.12, E.El.55; bucket, pail, Hdt.4.62; wine-bowl, E.IT953,960.
II. for dry substances, cradle, Hdt.1.113, E.Ion32,1337; casket, S.Tr. 622; cinerary urn, Id.El.1118,1205; coffin, CIG3573 (Assos). 
Η μετάφραση του "κ λ ή ρ ο υ ς ε ἰ ς ἄ γ γ ο ς ἐ μ β α λ ο ῦ σ α ι ἀ ν έ π η λ α ν" είναι : βάζοντας κλήρους στο δοχείο το έσειαν/ανακινούσαν. 
Ο Ησύχιος στο λεξικό του αναφέρει: ἀμπεπαλών>· διασείσας, κινήσας, κραδάνας. Σείσας
Υπάρχει ύστερα από τα παραπάνω καμιά πιθανότητα να προέρχεται το «αμπεμπαμπλόμ» από το «αμπεπαλών» ή η εικασία μου είναι μακριά νυχτωμένη;;;





ἀπεμπολ-άω, sell, ἀπημπόλα με λάθρα E.Ion1371; ἀ. τι ἀντί τινος to sell for a thing, Id.Cyc.257; τί τινος X.Smp.8.21, cf. Herod.7.65; ἀ. τινὰ εἰς λατρείαν Luc.Merc.Cond.23; sell, i.e. betray, ἡ μὲν Ἄργος βαρβάροις ἀπημπόλα E.Tr.973; ἀ. ψυχάς barter your lives, Id.Ph. 1228; τίς ὢν σὺ τήνδ’ ἀπεμπολᾷς χθονός; dost thou smuggle her out of the country? Id.IT1360; ἀ. νόμους τοῖς δεομένοις Procop.Pers.1.24:—Pass., ἀπεμπολώμενοι 'bought and sold', Ar.Ach.374.—An Ion. form ἀπεμπολέω is found in D.H.7.63, Max.Tyr.33.8, Luc.Tox. 28.




















Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου